ΔΕΝ ΤΗΝ ΠΑΛΕΥΕΙΣ (Μπαμπά συγγνώμη που το ανεβάζω, αλλά έχει πλάκα!) Παράξενα που γύρισε ο καιρός, σε κέρδισε χωρίς να δώσει μάχη. Τη νύχτα αυτή κοιμόταν ο Θεός! δε γίνεται μωρό μου, δεν υπάρχει! Σε θάμπωσαν τα φώτα της βραδιάς, στα μεθυσμένα λόγια της πιστεύεις. Παράτησες το δρόμο της καρδιάς, στο λέω έτσι απλά, δεν την παλεύεις! Ρεφρέν Δε γίνεται να είσαι σοβαρός, προτίμησες εκείνη από μένα! Να δεις που θα στο πει και ο γιατρός, πως παίρνεις οπωσδήποτε ληγμένα!
Καλά να τίς περάσετε τίς μέρες που θα’ρθούνε η αγάπη και η ζεστασιά τα κάλαντα να πούνε -.-.-.-.- Όλη η οικογένεια νά’ναι μιά αγκαλιά στου Αΐ Βασίλη το σακί δώρα για τα παιδιά -.-.-.-.- Ας το θυμόμαστε καλά τα λίγα μα και τα πολλά δέν θα τα χρειαστούμε Ο Ανθρωπος είναι θνητός στον Κόσμο αυτό περαστικός αυτό να το σκεφτούμε -.-.-.-.- Κάθε καινούργιο πρωΐνό θα βγεί ξανά, βάρκα γιαλό μέχρι να’ρθεί το δειλινό βράδυ πρωΐ μ’ένα μυαλό -.-.-.-.- Ειν(αι) η ζωή σαν το κρασί κι όσο παλιώνει πιο πολύ πρέπει να αργοπίνεται μοιράζεται...και δίνεται © Καλουδης Ντινος – Mönchengladbach
Πόση νύχτα να χωρέσει η μοναξιά; Πόσα δάκρυα να πιεί, να ξεδιψάσει; Ποια ελπίδα, να της κάνει συντροφιά; Λίγο φως κι ένα ποτό να την κεράσει! Πόσο πόνο να κρατήσεις αγκαλιά; Ποια στιγμή, που δε ματώνει ν’ αναστήσεις; Πως ν’ αντέξεις στο λαιμό σου τη θηλειά; Όταν γίνονται εφιάλτες οι αναμνήσεις! Ρεφραίν Χίλια όνειρα και μια ψυχή τζογάραμε -νύχτα ζόρικη, ντυμένη στα σατέν- στο λαχείο της ζωής μας, μα ποντάραμε σε εννιά νούμερα, και βγήκε το μηδέν. Πάρα πολύ ωραίο... Μπράβο σου....
Δώσ’μου να κρατήσω, το φιλί σου, άγια προσευχή, και φυλακτό μου. Νά’χω την εικόνα τη θολή σου, θησαυρό, κλεισμένο στο μυαλό μου.
Ευχαριστώ πολύ! Κι'εσύ γράφεις πολύ ωραία, καλή συνέχεια.